7
διάβασμα και δεν νιώθουν τίποτε άλλο εκτός από έχθρα για τη λογοτεχνία.
(Powling et al., 2003: 10)
Πρωταρχικά, λοιπόν, θα πρέπει εκπαιδευτικό σύστημα, σχολεία και εκπαιδευτικοί να
αποδεχτούν ότι βασικός τους ρόλος είναι να επιδιώκουν παράλληλα την ανάπτυξη
αναγνωστικών δεξιοτήτων αλλά και αναγνωστικών κινήτρων. Όπως η Spiegel δηλώνει
με έμφαση: «Η ανάπτυξη της αγάπης για το διάβασμα είναι υπερβολικά σημαντική για
να αφεθεί στην τύχη της» (1981: 4).
Οι περισσότερες έρευνες φαίνεται να συγκλίνουν όσον αφορά στα χαρακτηριστικά της
επιτυχημένης προώθησης της φιλαναγνωσίας. Η Miller υποστηρίζει πως αυτό που
χρειάζεται να γίνει για να προωθηθεί επιτυχώς η φιλαναγνωσία είναι θέμα «κοινής
λογικής» για κάθε έμπειρο αναγνώστη: «Ο καθένας που αποκαλεί τον εαυτό του
αναγνώστη μπορεί να μας πει ότι ξεκινά από συναντήσεις με υπέροχα βιβλία,
ενθουσιώδεις βιβλιοπροτάσεις και μια κοινότητα αναγνωστών που μοιράζονται το ίδιο
πάθος» (Miller, 2009: 4).
Για τον Πόσλανιεκ (1991) το πιο καθοριστικό βήμα προς τη φιλαναγνωσία είναι η
συνάντηση του παιδιού με ένα βιβλίο που να νιώσει ότι το εκφράζει σε βαθμό που θα
μπορούσε να είχε γραφεί από το ίδιο. Ο ίδιος ερευνητής προσθέτει: «Κανείς, όμως, δεν
είναι σε θέση να πει: αυτό το παιδί θα κάνει τη συνάντηση της ζωής του μ’ εκείνο το
βιβλίο. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να πολλαπλασιάσουμε τις ευκαιρίες
για συναντήσεις» (Πόσλανιεκ, 1991: 151). Πολλές ευκαιρίες για βιβλιοσυναντήσεις,
καθώς και εμψυχώσεις φιλαναγνωσίας που να βοηθούν τα παιδιά να ανακαλύψουν τα
δικά τους κίνητρα για διάβασμα αποτελούν τα κύρια συστατικά της προσέγγισης του
Πόσλανιεκ.